καὶ ἥ γε ἀνία τὸ ἐμποδίζον τοῦ ἰέναι → sorrow is that which hinders motion
ἀμοιβήδην (Α) επίρρ.αμοιβαία, εναλλάξ, διαδοχικά.[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀμοιβὴ + επίρρ. κατάλ. -δην].