παρθενικὴν δὲ γαμεῖν, ἵνα ἤθεα κεδνὰ διδάξῃς → take thee a maiden to wife, and teach her ways of discretion
το (Μ ἀντίσηκος, -ον)νεοελλ.το αντίβαρομσν.ισόρροπος, ισοδύναμος.[ΕΤΥΜΟΛ. < αντι - + σηκός «βάρος, βαρίδι»].