απροσχεδίαστος
From LSJ
Μετὰ τὴν δόσιν τάχιστα γηράσκει χάρις → Post munera cito consenescit gratia → Gleich nach der Gabe altert äußerst schnell der Dank
Greek Monolingual
-η, -ο
αυτός που δεν έχει σχεδιαστεί εκ των προτέρων, απρομελέτητος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < α- στερ. + προσχεδιάζω. Η λ. μαρτυρείται από το 1892 στην εφημερίδα Νέα Εφημερίς].