γιορτή
From LSJ
Χθὼν πάντα κομίζει καὶ πάλιν κομίζεται → Nam terra donat ac resorbet omnia → Die Erde alles bringt, sich wieder alles nimmt
η
η εορτή.
[ΕΤΥΜΟΛ. < εορτή, με ανάπτυξη j από τη συνίζηση του συμπλέγματος εο - (πρβλ. γιορταστής -εορταστής, γιορτάζω -εορτάζω)].