εἰκονομαχία
From LSJ
μὴ πιστεύσητε τοῖς ἀμαθεστέροις ὑμῶν αὐτῶν → do not believe those who are more ignorant than you yourselves
German (Pape)
[Seite 727] ἡ, Bilderstreit, K. S.
Greek (Liddell-Scott)
εἰκονομᾰχία: ἡ, πόλεμος ἐναντίον τῶν εἰκόνων, Κ. Μανασσ. Χρον. σ. 90Α.
Greek Monolingual
η (Μ εἰκονομαχία)
1. ο αγώνας εναντίον της προσκυνήσεως τών ιερών εικόνων
2. η μεταρρυθμιστική κίνηση που εκδηλώθηκε στο Βυζάντιο (730-843 μ.Χ.).