εκπαιδευτικός
From LSJ
ἀλλήλων τὰ βάρη βαστάζετε, καὶ οὕτως ἀναπληρώσετε τὸν νόμον τοῦ Χριστοῦ → bear each other's burdens, and in that way fulfill the anointed King's Law (Galatians 6:2)
Greek Monolingual
-ή, -ό
αυτός που αναφέρεται ή ανήκει στην εκπαίδευση (α. «εκπαιδευτικά τέλη» β. «εκπαιδευτικοί λειτουργοί» — δάσκαλοι και καθηγητές που υπηρετούν στην εκπαίδευση)
2. (αρσ. και θηλ. ως ουσ.) ο, η εκπαιδευτικός
εκπαιδευτικός λειτουργός.