Οἶνος γὰρ ἐμποδίζει → Vinum impedit → Denn Wein behindert
-ου (AM ἔκπλους, Α και ἔκπλοος)η έξοδος πλοίου από λιμάνι, ο απόπλουςαρχ.το στόμιο, η είσοδος λιμανιού.