ελλειψοειδής

From LSJ
Revision as of 07:08, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (11)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Καὶ ζῶνφαῦλος καὶ θανὼν κολάζεται → Vivisque mortuisque poena instat malis → Der Schlechte wird im Leben und im Tod bestraft

Menander, Monostichoi, 294

Greek Monolingual

-ές
1. αυτός που έχει σχήμα έλλειψης
2. το ουδ. ως ουσ. το ελλειψοειδές
κλειστή επιφάνεια δεύτερου βαθμού που παράγεται από μεταβλητή έλλειψη η οποία στρέφεται γύρω από τον έναν άξονά της σταθερού μήκους.