εναποθήκευση
From LSJ
λύπης ἰατρός ἐστιν ὁ χρηστὸς φίλος → a true friend is grief's physician, a worthy friend is a physician to your pain
Greek Monolingual
η
αποθήκευση, συσσώρευση, συγκέντρωση, διαφύλαξη πραγμάτων σ' έναν τόπο («εναποθήκευση σοδειάς, τροφίμων» κ.λπ.).