εξιδανικεύω

From LSJ
Revision as of 07:10, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (12)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

σοφόν τοι τὸ σαφές, οὐ τὸ μὴ σαφές → wisdom lies in clarity, not in obscurity | wisdom is shown in clarity, not in obscurity

Source

Greek Monolingual

αποδίδω σε κάτι ή κάποιον τα χαρακτηριστικά του ιδεώδους, αφαιρώντας τα υλικά, συνήθη ή δυσμενή στοιχεία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < εξ + ιδανικεύω (< ιδανικός) τ. που απαντά μόνο στο παρόν σύνθετο].