θνῄσκει δὲ πίστις, βλαστάνει δ' ἀπιστία → loyalty dies and disloyalty is born
εὐάντυξ (-υγος), ὁ, ἡ (ΑΜ)μσν.(για οικοδόμημα) αυτός που έχει ωραίο θόλοαρχ.(για τροχούς άρματος) αυτός που έχει καλήν άντυγα, καλόν άξονα.[ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + άντυξ, -γος].