τῷ ἄφρονι περιττεύει τὸ πάθος → the stupid man is carried away by passion
-η, -ο (ΑΜ εὐστόμαχος, -ον)ο ωφέλιμος για το στομάχι, ο εύπεπτος («καρπὸν φέρει εὐστόμαχον»)μσν.υγιής ως προς το στομάχι, με καλή λειτουργία του στομάχουαρχ.ήρεμος, γαλήνιος.[ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + στόμαχος.