Sunt verba voces quibus hunc lenire dolorem possis, magnam morbi deponere partem → Words will avail the wretched mind to ease and much abate the dismal black disease.
ο
1. ο θάνατος («να σε φάει ο θανατάς»)
2. φρ. «είναι του θανατά» — είναι ετοιμοθάνατος, πεθαίνει.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θάνατος + κατάλ. -ας (πρβλ. μυλων-άς, σιδερ-άς, ψωμ-άς)].