Φερσεφόνας κυάνεος θάλαμος → dark chamber of Persephone
η (ΑΜ ἱεροσυλία) ιερόσυλοςδιαρπαγή ή κλοπή ιερών σκευών και αναθημάτων ναού, σκύλευσηνεοελλ.μτφ. ανοσιούργημα, μεγάλη ανευλάβεια, ασεβής πράξη.