ιππάριον
Τί ὕπνος; Καμάτων ἀνάπαυσις, ἰατρῶν κατόρθωμα, δεδεμένων λύσις, ἀγρυπνούντων σοφία, νοσούντων εὐχή, θανάτου εἰκών, ταλαιπωρούντων ἐπιθυμία, πάσης πνοῆς ἡσυχία, πλουσίων ἐπιτήδευμα, πενήτων ἀδολεσχία, καθημερινὴ μελέτη. → What is sleep? Rest from toil, the success of physicians, the release of those who are bound, the wisdom of the wakeful, what sick men pray for, an image of death, the desire of those who toil in hardship, the rest of all the spirit, a principal occupation of the rich, the idle chatter of poor men, a daily object of concern.
Greek Monolingual
το (ΑΜ ἱππάριον)
(υποκορ. του ίππος) μικρής ηλικίας ή μικρόσωμο άλογο
νεοελλ.
φρ.
1. «ιππάριον του Πικερμίου» — γένος περιττοδάκτυλων οπληφόρων θηλαστικών της οικογένειας ιππίδες, που σήμερα έχει εκλείψει
βρέθηκαν απολιθωμένα στα γεωλογικά στρώματα του Πικερμίου Αττικής
2. μικρή βοηθητική μηχανή που κινεί αντλίες σε εργοστάσια και ατμόπλοια
αρχ.
1. γέρικο άλογο, παλιάλογο («φαύλοις ἱππαρίοις», Πλούτ.)
2. επιγρ. μικρό άγαλμα ίππου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἵππος + υποκορ. κατάλ. -άριον (πρβλ. τραγῳδ-άριον, ᾠδ-άριον)].