Θεῶν ὄνειδος τοὺς κακοὺς εὐδαιμονεῖν → Crimen deorum est improbi felicitas → Ein Vorwurf an die Götter ist der Schurken Glück
κραββατοφόριος, ὁ (Α)
φέρετρο.
[ΕΤΥΜΟΛ. Κραββατοφόριος αντί του ορθτ. κραββατοφόρος < κράββατος + -φορος (< φόρος < φέρω), πρβλ. κανη-φόρος, νεκρο-φόρος.