κρεατάλευρο

From LSJ
Revision as of 07:26, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (21)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

ὑπὸ δὲ οἴστρου ἀεὶ ἑλκομένη ψυχή → a soul always dragged along by the fury of passion

Source

Greek Monolingual

το
προϊόν που λαμβάνεται από κονιοποίηση ξηραμένου και χωρίς πολύ λίπος κρέατος και χρησιμοποιείται για παρασκευή εδεσμάτων, ως πτηνοτροφή κ.α.