μετασώτριο

From LSJ
Revision as of 07:38, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (25)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

οὗτος μὲν ὁ πιθανώτερος τῶν λόγων εἴρηται, δεῖ δὲ καὶ τὸν ἧσσον πιθανόν, ἐπεί γε δὴ λέγεται, ῥηθῆναι → this is the most credible of the stories told; but I must relate the less credible tale also, since they tell it

Source

Greek Monolingual

το
το κενό διάστημα που υπάρχει μεταξύ τών σώτρων του τροχού άμαξας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μετ(α)- + -σώτριο (< σῶτρον «μετάλλινη στεφάνη του τροχού»). Η λ. μαρτυρείται από 1847 στον Γρ. Χαντσερή].