Ὑπὸ γὰρ λόγων ὁ νοῦς μετεωρίζεται ἐπαίρεταί τ' ἄνθρωπος → Borne up by words, the mind soars aloft, and we reach the heights (Aristophanes, Birds 1447f.)
Full diacritics: μετεωρότης | Medium diacritics: μετεωρότης | Low diacritics: μετεωρότης | Capitals: ΜΕΤΕΩΡΟΤΗΣ |
Transliteration A: meteōrótēs | Transliteration B: meteōrotēs | Transliteration C: meteorotis | Beta Code: metewro/ths |
ητος, ἡ,
A sublimity, Corn.ND20.
[Seite 160] ητος, ἡ, = Vorigem, Phurnut.
μετεωρότης: ἡ, τὸ οὐσιαστ. τοῦ μετέωρος, Κορνοῦτ. 110.
μετεωρότης, -ητος, ἡ (Α) μετέωρος
το να είναι κάτι μετέωρο.