Ἐς δὲ τὰ ἔσχατα νουσήματα αἱ ἔσχαται θεραπεῖαι ἐς ἀκριβείην, κράτισται → For extreme diseases, extreme methods of cure, as to restriction, are most suitable.
Full diacritics: μήρισμα | Medium diacritics: μήρισμα | Low diacritics: μήρισμα | Capitals: ΜΗΡΙΣΜΑ |
Transliteration A: mḗrisma | Transliteration B: mērisma | Transliteration C: mirisma | Beta Code: mh/risma |
κάταγμα, ἢ σπάσμα ἐρίου, Hsch.; found in Hero Aut.11.3 codd. (μήρυσμα is cj. in both places).
μήρισμα (Α) μηρίζω
(κατά τον Ησύχ.) «κάταγμα, ἢ σπάσμα ἐρίου».