μιξοφρύγιος

From LSJ
Revision as of 07:39, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (25)

Ὁ μὲν βίος βραχύς, ἡ δὲ τέχνη μακρή, ὁ δὲ καιρὸς ὀξύς, ἡ δὲ πεῖρα σφαλερή, ἡ δὲ κρίσις χαλεπή → Life is short, art long, opportunity fleeting, experience misleading and judgment difficult

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μιξοφρύγιος Medium diacritics: μιξοφρύγιος Low diacritics: μιξοφρύγιος Capitals: ΜΙΞΟΦΡΥΓΙΟΣ
Transliteration A: mixophrýgios Transliteration B: mixophrygios Transliteration C: miksofrygios Beta Code: micofru/gios

English (LSJ)

[ῠ], ον,

   A half-Phrygian, of dialect, Xanth.8; πολίχναι Str.13.4.13.

German (Pape)

[Seite 189] gemischt-, halb phrygisch, Strab. XII, 572.

Greek (Liddell-Scott)

μιξοφρύγιος: [ῠ], -ον κατὰ τὸ ἥμισυ Φρύγιος, ἐπὶ τῆς φρυγικῆς διαλέκτου, ἴδε μιξολύδιος. - Ἐπὶ ἁρμονίας, μιξοφρύγιος ἁρμονία Κλήμ. Ἀλ. Ι, 789Α.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
à moitié phrygien.
Étymologie: μίγνυμι, Φρυγία.

Greek Monolingual

μιξοφρύγιος και μειξοφρύγιος, -ον (Α)
(για διάλεκτο) αυτή που περιέχει φρυγικά στοιχεία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. μ(ε)ιξ(ο)- του μίγνυμι/ μείγνυμι + φρύγιος (< Φρυγία)].