μουγκανητό
From LSJ
Ἀμήχανον δὲ παντὸς ἀνδρὸς ἐκμαθεῖν ψυχήν τε καὶ φρόνημα καὶ γνώμην πρὶν ἂν ἀρχαῖς τε καὶ νόμοισιν ἐντριβὴς φανῇ → It is impossible to know the spirit, thought, and mind of any man before he be versed in sovereignty and the laws
Greek Monolingual
το
μουγκρητό, μυκηθμός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μουγκανίζω + κατάλ. -ητό (πρβλ. μουγκρ-ητό, νιαουρ-ητό)].