Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

νεφρίτιδα

From LSJ
Revision as of 11:58, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (27)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Ὁ δ' ἀνεξέταστος βίος οὐ βιωτὸς ἀνθρώπῳ → The unexamined life is not worth living

Plato, Apology of Socrates 38a

Greek Monolingual

η (Α νεφρῑτις)
νεοελλ.
οξεία ή χρόνια αμφοτερόπλευρη παρεγχυματική νόσος τών νεφρών που αφορά κυρίως το αγγειακό τους σύστημα ή τον συνδετικό ιστό ανάμεσα στα ουροφόρα σωληνάρια
αρχ.
1. παρουσία άμμου στους νεφρούς
2. ως επίθ. νεφρική, αυτή που ανήκει ή αναφέρεται στους νεφρούς.
[ΕΤΥΜΟΛ. < νεφρός + επίθημα -ῖτις (πρβλ. αρθρ-ίτις), Η λ. με τη νεοελλ. σημ. είναι αντιδάνεια, πρβλ. αγγλ. nephritis].