νεφελοστάσια

From LSJ
Revision as of 11:59, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (27)

οἱ βάρβαροι τῇ ἀλήκτῳ συνουσίᾳ ὑπνώθησαν → the barbarians, exhausted by unremitting intercourse, fell asleep

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: νεφελοστάσια Medium diacritics: νεφελοστάσια Low diacritics: νεφελοστάσια Capitals: ΝΕΦΕΛΟΣΤΑΣΙΑ
Transliteration A: nephelostásia Transliteration B: nephelostasia Transliteration C: nefelostasia Beta Code: nefelosta/sia

English (LSJ)

[στᾰ], τά, (

   A νεφέλη 111, ἵστημι) place where nets are set to catch birds, Id.1928.37.

Greek (Liddell-Scott)

νεφελοστάσια: τά, (νεφέλη ΙΙΙ, ἵστημι) τόπος, ἐν ᾧ στήνονται νεφέλαι, δηλ. δίκτυα πρὸς σύλληψιν πτηνῶν, Εὐστ. 1928. 27.

Greek Monolingual

νεφελοστάσια, τὰ (Μ)
τόπος όπου στήνονται νεφέλες, δηλ. δίχτια για τη σύλληψη πτηνών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < νεφέλη + -στάσιο(ν) (< -στάτης < ἵσταμαι), πρβλ. οπλο-στάσιον].