νεκυομαντεία

From LSJ
Revision as of 12:02, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (26)

δεξιὸν εἰς ὑπόδημα, ἀριστερὸν εἰς ποδάνιπτρα → the right foot into a shoe, the left into a foot-bath | of one who is ready for anything

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: νεκῠομαντεία Medium diacritics: νεκυομαντεία Low diacritics: νεκυομαντεία Capitals: ΝΕΚΥΟΜΑΝΤΕΙΑ
Transliteration A: nekyomanteía Transliteration B: nekyomanteia Transliteration C: nekyomanteia Beta Code: nekuomantei/a

English (LSJ)

ἡ, sub-title of Luc.Menipp.; also of the eleventh Book of the Odyssey, Hermog.Prog.2, Eust.1670.23: pl. -τίαι, =

   A defixiones, Gloss.

German (Pape)

[Seite 238] ἡ, = νεκρομαντεία, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

νεκυομαντεία: «νεκρομαντεία» Ἡσύχ., Ἰουστίνου Ἀπολ. 1, 18, Κλήμ. Ἀλ. 1, 69B κλ.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
divination par l’évocation des morts.
Étymologie: νέκυς, μαντεία.

Spanish

necromancia, adivinación por medio de los muertos

Greek Monolingual

νεκυομαντεία, ἡ (ΑΜ)
ως κύριο όν. Νεκυομαντεία
α) ο τίτλος της ενδέκατης (λ) ραψωδίας της Οδύσσειας, αλλ. Νέκυ(ι)α
β) διάλογος του Λουκιανού, αλλ. Μένιππος
αρχ.
η επίκληση τών νεκρών για να μαντεύσουν τα μέλλοντα, η νεκρομαντεία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < νέκυς, -υος «νεκρός» + μαντεία.