κοινὸν τύχη, γνώμη δὲ τῶν κεκτημένων → good luck is anyone's, judgment belongs only to those who possess it
νεφηδόν (Α)επίρρ. όπως τα σύννεφα, σαν σύννεφο.[ΕΤΥΜΟΛ. < νέφος + επιρρμ. κατάλ. -ηδόν (πρβλ. σωρ-ηδόν)].