Ὁ κόσμος σκηνή, ὁ βίος πάροδος· ἦλθες, εἶδες, ἀπῆλθες → The world is a stage, life is your entrance: you came, you saw, you departed (Democritus fr. 115 D-K)
και γνοιάζει
(τριτοπρόσ.) ενδιαφέρει, προκαλεί έγνοια, φροντίδα («δεν μέ νοιάζει τί θα πει ο κόσμος»)
[ΕΤΥΜΟΛ. Το ρ. έχει σχηματιστεί υποχωρητικά από το μέσο νοιάζομαι / γνοιάζομαι].