ἑτέρως ἠδύνατο βέλτιον ἢ ὡς νῦν ἔχει κατεσκευάσθαι → otherwise they could have been constructed better than they are now (Galen, On the use of parts of the body 4.143.1 Kühn)
πιμπλέω: τῷ ἑπομ.· Ἰων. θηλ. μετοχ. ἐνεστ. πιμπλεῦσαι ἀντὶ πιμπλοῦσαι, Ἡσ. Θ. 880 (μετὰ διαφ. γραφ. πιμπλᾶσαι).
ion. c. πιμπλάω.
βλ. πίμπλημι.