Νὺξ μὲν ἀναπαύει, ἡμέρα δ' ἔργον ποιεῖ → Nam nox quietem praebet, facit opus dies → Die Nacht lässt unsre Arbeit ruhn, der Tag sie tun
ὀψοφαγῶ, -έω (Α) οψοφάγος
1. τρώω χωρίς ψωμί φαγητά που τρώγονται συνήθως μαζὶ με ψωμί, είμαι λαίμαργος
2. τρώω εκλεκτά φαγητά.