Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

παγόβουνο

From LSJ
Revision as of 12:12, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (30)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Μολὼν λαβέCome and take them

Plutarch, Apophthegmata Laconica 225C12

Greek Monolingual

το
1. μεγάλη επιπλέουσα μάζα πάγου από γλυκό νερό η οποία έχει αποκοπεί από το άκρο ενός παγετώνα ή ενός πολικού παγετωνικού καλύμματος και επιπλέει στις ανοιχτές θάλασσες, κυρίως γύρω από τη Γροιλανδία και την Ανταρκτική, δημιουργώντας έτσι μεγάλο κίνδυνο για την ναυσιπλοΐα
2. μτφ. (για πρόσ.) πολύ ψυχρός άνθρωπος
3. φρ. «η κορυφή του παγόβουνου»
μτφ. μικρό μόνο φανερό μέρος μιας αλήθειας, υπόθεσης, κατάστασης ή ενός φαινομένου, ενώ το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος παραμένει συγκεκαλυμμένο και άγνωστο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πάγος (Ι) + βουνό].