παλλαϊκός
From LSJ
Οὔτ' ἐν φθιμένοις οὔτ' ἐν ζωοῖσιν ἀριθμουμένη, χωρὶς δή τινα τῶνδ' ἔχουσα μοῖραν → Neither among the dead nor the living do I count myself, having a lot apart from these
Greek Monolingual
-ή, -ό
αυτός που γίνεται από όλο τον λαό, αυτός στον οποίο συμμετέχει όλος ο λαός («παλλαϊκή συγκέντρωση»).
[ΕΤΥΜΟΛ. < παν- + λαϊκός.