Cras amet qui numquam amavit quique amavit cras amet → May he love tomorrow who has never loved before; And may he who has loved, love tomorrow as well.
επίρρ.
1. τοπ. πιο πέρα, πιο κάτω
2. (χρονικό) αργότερα, στο μέλλον («τα παραπέρα» — όσα πρόκειται να ακολουθήσουν, τα μετέπειτα, τα περαιτέρω).
[ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α)- + πέρα.