Γυναικὶ κόσμος ὁ τρόπος, οὐ τὰ χρυσία → Non ornat aurum feminam at mores probi → Die Art schmückt eine Frau, nicht güldenes Geschmeid
Full diacritics: περιῐάλλω | Medium diacritics: περιιάλλω | Low diacritics: περιιάλλω | Capitals: ΠΕΡΙΙΑΛΛΩ |
Transliteration A: periiállō | Transliteration B: periiallō | Transliteration C: periiallo | Beta Code: periia/llw |
A put around, περὶ χερσὶ δὲ δεσμὸν ἴηλα Il.15.19.
Α
ρίχνω κάτι γύρω από κάτι άλλο, περιβάλλω.
[ΕΤΥΜΟΛ. < περι- + ἰάλλω «ρίχνω, εκτοξεύω»].