Ἔστιν Δίκης ὀφθαλμός, ὃς τὰ πάνθ' ὁρᾷ → Die Dike hat ein Auge, das nichts übersieht → Das Recht besitzt ein Auge, welches alles sieht
και πέταμα και πέτασμα, το Ν πετώ
1. η πτήση («το πέταγμα τών πουλιών»)
2. η απόρριψη, το να πετάει κανείς κάτι άχρηστο («το πέταγμα τών σκουπιδιών στους δρόμους»).