Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

πινακίδιο

From LSJ
Revision as of 12:17, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (32)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Τὸ νικᾶν αὐτὸν αὑτὸν πασῶν νικῶν πρώτη τε καὶ ἀρίστη. Τὸ δὲ ἡττᾶσθαι αὐτὸν ὑφ' ἑαυτοῦ πάντων αἴσχιστόν τε ἅμα καὶ κάκιστον. → Τo conquer yourself is the first and best victory of all, while to be conquered by yourself is of all the most shameful as well as evil

Plato, Laws, 626e

Greek Monolingual

το / πινακίδιον, ΝΜΑ πινακίς, -ίδος]
νεοελλ.
1. μικρό πινάκιο από χαρτόνι ή χαρτί στο οποίο σημειώνεται κάτι
2. τριπλότυπη κατάσταση, στην οποία αναγράφονται οι εντολές αγοραπωλησίας χρεωγράφων από χρηματιστές
μσν.-αρχ.
μικρή πινακίδα για γραφή, δελτάριο.