ποτνίασις
From LSJ
προγράψαντες οὖν τά τε θεωρήματα καὶ τὰ ἐπιτάγματα τὰ χρεῖαν ἔχοντα εἰς τὰς ἀποδείξιας αὐτῶν μετὰ ταῦτα γραψοῦμές τοι τὰ προκείμενα → having therefore written at the beginning the theorems and the postulates that are necessary for their proofs, we will then write out for you the propositions
Full diacritics: ποτνιασις | Medium diacritics: ποτνίασις | Low diacritics: ποτνίασις | Capitals: ΠΟΤΝΙΑΣΙΣ |
Transliteration A: potníasis | Transliteration B: potniasis | Transliteration C: potniasis | Beta Code: potniasis |
εως, ἡ,
A loud lamentation, Poll.6.201.
[Seite 690] ἡ, das Anrufen, flehentliche Bitten eines Gottes; Poll. 6, 201 nennt das Wort τραχύ.
-άσεως, ἡ, Α ποτνιῶμαι
συνοδευόμενη από δάκρυα επίκληση ή ικεσία προς έναν θεό.