ρεσάλτο

From LSJ
Revision as of 12:26, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (36)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Ὅμηρον ἐξ Ὁμήρου σαφηνίζεινexplain Homer from Homer, explain Homer with Homer

Source

Greek Monolingual

το, Ν
1. έφοδος ειδικού αγήματος πλοίου για κατάληψη εχθρικού πλοίου έπειτα από εμβολή του
2. μτφ. τολμηρή, απεγνωσμένη απόπειρα ή επίθεση, έφοδος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. risalto].