ῥιψασπία
From LSJ
νόησε δὲ δῖος Ὀδυσσεὺς σαίνοντάς τε κύνας, περί τε κτύπος ἦλθε ποδοῖιν → godly Odysseus heard the fawning of dogs, and on top of that came the beat of two feet
English (LSJ)
ἡ, (ῥίπτω, ἀσπίς)
A throwing away of the shield, Sch. Hermog. in Rh.4.253 W.
Greek (Liddell-Scott)
ῥιψασπία: ἡ, τὸ ῥίπτειν ἐν τῇ μάχῃ τὴν ἀσπίδα καὶ φεύγειν, Σχόλ. εἰς Ἑρμογ. ἐν Ρήτορσι (Walz) τ. 4, σ. 253, 17.
Greek Monolingual
ἡ, Α ῥίψασπις το να τρέπεται κανείς σε φυγή την ώρα της μάχης.