ὁ δ' εὖ ἔρδων θεοὺς ἐλπίδι κυδροτέρᾳ σαίνει κέαρ → but he who does well to the gods cheers his heart with a more glorious hope
Full diacritics: στειβεύς | Medium diacritics: στειβεύς | Low diacritics: στειβεύς | Capitals: ΣΤΕΙΒΕΥΣ |
Transliteration A: steibeús | Transliteration B: steibeus | Transliteration C: steiveys | Beta Code: steibeu/s |
ὁδευτής, Hsch.
[Seite 932] ὁ, = στιβεύς, Hesych. ὁδευτής.
στειβεύς: στειβία, = στιβεύς, στιβία, ἀμφίβ.
-έως, ὁ, Α
βλ. στιβεύς.