υποπράσινος
From LSJ
Καὶ ζῶν ὁ φαῦλος καὶ θανὼν κολάζεται → Vivisque mortuisque poena instat malis → Der Schlechte wird im Leben und im Tod bestraft
-η, -ο, Ν
κάπως πράσινος, πρασινωπός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < υπ(ο)- + πράσινος. Η λ. μαρτυρείται από το 1817 στο περιοδικό Ερμής οΛόγιος].