φανέρωση

From LSJ
Revision as of 13:00, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (44)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

πολλοὶ γάρ εἰσιν κλητοὶ ὀλίγοι δὲ ἐκλεκτοί → many are called, but few are chosen

Source

Greek Monolingual

η / φανέρωσις, -ώσεως, ΝΜΑ [[φανερῶ, -ώνω]]
η ενέργεια και το αποτέλεσμα του φανερώνω, φανέρωμα
αρχ.
1. παρουσίαση, επίδειξη
2. το να δίνει κανείς σύνθημα ή παράγγελμα
3. αστρον. το να γίνεται κάτι ορατό.