ἀριστόμαντις

From LSJ
Revision as of 18:19, 30 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (3)

Μὴ λοιδόρει γυναῖκα μηδὲ νουθέτει → Noli increpare neu monere mulierem → Schimpf' eine Frau nicht aus noch weise sie zurecht

Menander, Monostichoi, 353
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀριστόμαντις Medium diacritics: ἀριστόμαντις Low diacritics: αριστόμαντις Capitals: ΑΡΙΣΤΟΜΑΝΤΙΣ
Transliteration A: aristómantis Transliteration B: aristomantis Transliteration C: aristomantis Beta Code: a)risto/mantis

English (LSJ)

εως, ὁ,

   A best of prophets, S.Ph.1338.

German (Pape)

[Seite 352] εως, ὁ, am besten wahrsagend, Soph. Phil. 1322.

Greek (Liddell-Scott)

ἀριστόμαντις: -εως, ὁ, ὁ ἄριστος τῶν μάντεων, Ἕλενος ἀριστόμαντις Σοφ. Φ. 1338 πλ. ἀριστομάντιδες ὡς θηλ. Ἐπιγρ. Κηφ. ἐν τῇ Συλλογ. Ἐπιγρ. 1929.

French (Bailly abrégé)

εως (ὁ) :
excellent devin.
Étymologie: ἄριστος, μάντις.

Spanish (DGE)

-εως, ὁ

• Prosodia: [ᾰ-]

• Morfología: [gen. -ιδος IG 9(1).645 (Cefalonia)]
el mejor profeta, Ἕλενος S.Ph.1338, tal vez n. pr. en IG l.c.

Greek Monolingual

ἀριστόμαντις, ο, η (Α)
ο άριστος μάντις, ο καλύτερος απ' όλους τους μάντεις.

Greek Monotonic

ἀριστόμαντις: -εως, ὁ, άριστος από τους μάντεις, σε Σοφ.