κορυφαῖον τέλος τῶν πραγμάτων → crowning fulfilment of things
Full diacritics: ἑσπόμην | Medium diacritics: ἑσπόμην | Low diacritics: εσπόμην | Capitals: ΕΣΠΟΜΗΝ |
Transliteration A: hespómēn | Transliteration B: hespomēn | Transliteration C: espomin | Beta Code: e(spo/mhn |
inf. σπέσθαι, aor. 2 of ἕπομαι.
ἑσπόμην: ἀπαρ. σπέσθαι, ἀορ. β΄ τοῦ ἕπομαι.
v. ἕπομαι.
see ἕπω.
ἑσπόμην: απαρ. ἑσπέσθαι, μτχ. ἑσπόμενος, αόρ. βʹ του ἕπομαι.