εἰ μὴ ἦλθον καὶ ἐλάλησα αὐτοῖς, ἁμαρτίαν οὐκ εἶχον → if I had not come and spoken to them, they would not be guilty of sin
καββάς: ἴδε καταβαίνω· - καββασία, ἴδε καταβασία.
καββάς (Α)ποιητ. τ. αντί καταβάς, μτχ. αορ. του καββαίνω, καταβαίνω.
καββάς: Επικ. αντί καταβάς, μτχ. αορ. βʹ του καταβαίνω.