καββάς

From LSJ

τίς γὰρ ἁδονᾶς ἄτερ θνατῶν βίος ποθεινὸς ἢ ποία τυραννίς; τᾶς ἄτερ οὐδὲ θεῶν ζηλωτὸς αἰών → What human life is desirable without pleasure, or what lordly power? Without it not even the life of the gods is enviable.

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: καββάς Medium diacritics: καββάς Low diacritics: καββάς Capitals: ΚΑΒΒΑΣ
Transliteration A: kabbás Transliteration B: kabbas Transliteration C: kavvas Beta Code: kabba/s

English (LSJ)

v. καταβαίνω.

Russian (Dvoretsky)

καββάς: дор. Pind. part. к καταβαίνω.

Greek (Liddell-Scott)

καββάς: ἴδε καταβαίνω· - καββασία, ἴδε καταβασία.

Greek Monolingual

καββάς (Α)
ποιητ. τ. αντί καταβάς, μτχ. αορ. του καββαίνω, καταβαίνω.

Greek Monotonic

καββάς: Επικ. αντί καταβάς, μτχ. αορ. βʹ του καταβαίνω.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

καββάς ep. ptc. aor. act. van καταβαίνω.