Εὐφήμει, ὦ ἄνθρωπε· ἁσμενέστατα μέντοι αὐτὸ ἀπέφυγον, ὥσπερ λυττῶντά τινα καὶ ἄγριον δεσπότην ἀποδράς → Hush, man, most gladly have I escaped this thing you talk of, as if I had run away from a raging and savage beast of a master
Full diacritics: περιμάκης | Medium diacritics: περιμάκης | Low diacritics: περιμάκης | Capitals: ΠΕΡΙΜΑΚΗΣ |
Transliteration A: perimákēs | Transliteration B: perimakēs | Transliteration C: perimakis | Beta Code: perima/khs |
Dor. for περιμήκης.
περιμάκης: Δωρ. ἀντὶ περιμήκης.
-ίμακες, Α
βλ. περιμήκης.
περιμάκης: [ᾱ], Δωρ. αντί περι-μήκης.