Λιμὴν νεὼς ὅρμος, βίου δ' ἀλυπία → Des Lebens Ankerplatz und Port ist Seelenruh → Λιμὴν πλοίου μέν, ἀλυπία δ' ὅρμος βίου
Full diacritics: ἑοῖο | Medium diacritics: ἑοῖο | Low diacritics: εοίο | Capitals: ΕΟΙΟ |
Transliteration A: heoîo | Transliteration B: heoio | Transliteration C: eoio | Beta Code: e(oi=o |
Ep. gen. of ἑός.
ἑοῖο: Ἐπικ. ἀντὶ τοῦ ἑοῦ, γεν. τοῦ ἑός, πατρὸς ἑοῖο Ἰλ. Β. 662· υἷος ἑοῖο Ν. 522, κ. ἀλλ.
gén. épq. de ἑός.
see ἑός.