ποππυλιάζω

From LSJ
Revision as of 21:32, 30 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (6)

Φίλον βέβαιον ἐν κακοῖσι μὴ φοβοῦ → Fidelem amicum ne time in rebus malis → Hab in der Not nicht Angst vor einem treuen Freund

Menander, Monostichoi, 533
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ποππῠλῐάζω Medium diacritics: ποππυλιάζω Low diacritics: ποππυλιάζω Capitals: ΠΟΠΠΥΛΙΑΖΩ
Transliteration A: poppyliázō Transliteration B: poppyliazō Transliteration C: poppyliazo Beta Code: poppulia/zw

English (LSJ)

Dor. -άσδω, = foreg. 1, ib.89.

German (Pape)

[Seite 682] dor. ποππυλιάσδω, = ποππύζω, Theocr. 5, 89, ποππυλιάσδει ἁδύ τι.

Greek (Liddell-Scott)

ποππῠλῐάζω: Δωρ. -άσδω, = τῷ προηγ. Ι, Θεόκρ. 5. 89.

Greek Monolingual

και, κατά δ. γρφ., παππυλιάζω, δωρ. τ. ποππυλιάσδω Α
συρίζω για να καλέσω ζώο.
[ΕΤΥΜΟΛ. 'Αλλος τ. του ποππύζω με επέκταση -λ- (πρβλ. βομβυλιάζω: βόμβος)].

Greek Monotonic

ποππῠλῐάζω: Δωρ. -άσδω, = το προηγ. I, σε Θεόκρ.