κακοδρομία

From LSJ
Revision as of 23:36, 30 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (5)

Τὰ δάνεια δούλους τοὺς ἐλευθέρους ποιεῖ → Foenus frequenter liberos servos facit → Geliehnes Geld bringt Freie in die Sklaverei

Menander, Monostichoi, 514
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κᾰκοδρομία Medium diacritics: κακοδρομία Low diacritics: κακοδρομία Capitals: ΚΑΚΟΔΡΟΜΙΑ
Transliteration A: kakodromía Transliteration B: kakodromia Transliteration C: kakodromia Beta Code: kakodromi/a

English (LSJ)

poet. κᾰκοδρομίη, ἡ,

   A bad passage (by sea), AP7.699.

German (Pape)

[Seite 1300] ἡ, Unglückslauf, Ep. ad. 396 (VII, 699), vom Ikarus.

Greek (Liddell-Scott)

κᾰκοδρομία: ἡ, κακὸς δρόμος (διὰ θαλάσσης), κακὸν ταξείδιον, Ἀνθ. Π. 7. 699.

Greek Monolingual

κακοδρομία και ιων. τ. κακοδρομίη, ἡ (Α)
κακός πλους, κακό ταξίδι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κακ(ο)- + -δρομία (< -δρομος < δρόμος), πρβλ. κενο-δρομία, ταχυ-δρομία].

Greek Monotonic

κᾰκοδρομία: ἡ (δρόμος), κακός δρόμος, τραχύ πέρασμα, δύσκολο ταξίδι (μέσω θαλάσσης), σε Ανθ.