οὔπω Ζεὺς αὐχένα λοξὸν ἔχει → Zeus has not yet turned his neck aside
[Seite 1133] dor. statt τρώγω.
τράγω: Δωρ. ἀντὶ τρώγω, ὡς τὸ πρᾶτος ἀντὶ πρῶτος.
ῃς, ῃ;sbj. ao.2 de τρώγω.
Α(δωρ. τ.) βλ. τρώγω.
τράγω: Δωρ. αντί τρώγω.